Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Η μητέρα γλώσσα

O Hρόδοτος αναφέρει μία ανεκδοτολογική αφήγηση για τον φαραώ Ψαμμήτιχο, ο οποίος θέλοντας να μάθει ποια ήταν η αρχαιότερη γλώσσα του κόσμου έδωσε σε έναν βοσκό δύο μωρά για να μεγαλώσουν απομονωμένα, ώστε να μάθουν ποια γλώσσα θα μιλούσαν από μόνα τους αυτά τα δύο παιδιά μεγαλώνοντας. Τελικά είπαν μία λέξη που ο βοσκός θεώρησε ότι ήταν φρυγική: βέκος, που σήμαινε ψωμί. Η ιστορία του Ψαμμήτιχου φανερώνει την πίστη στην ύπαρξη μίας αρχικής γλώσσας συνδεδεμένης με το ανθρώπινο γένος. Η πίστη στην πρωταρχική, σύμφυτη με τον άνθρωπο γλώσσα φανερώνει, πιστεύω, την πίστη στην ενότητα της ανθρωπότητας.
Η βιβλική αφήγηση της Βαβέλ φανερώνει πόσο βασική είναι η ιδέα μίας γλώσσας μητέρας όλων των γλωσσών. Εφόσον το ανθρώπινο γένος προέρχεται από το ζευγάρι των πρωτοπλάστων, είναι αυτονόητο πως μία γλώσσα υπήρξε στην αρχή και από αυτήν προέκυψαν οι υπόλοιπες. Στην προεπιστημονική περίοδο, η μελέτη της γλώσσας ήταν βασισμένη -και προσανατολισμένη- στην αρχή ότι μία γλώσσα υπήρξε η μητέρα όλων των υπολοίπων.
Ερμηνεύοντας τον κόσμο μέσα από το πρίσμα της Βίβλου ορισμένοι Ευρωπαίοι λόγιοι ήταν βαθιά επηρεασμένοι από τον εβραϊκό μύθο της γλώσσας των πρωτόπλαστων και του Πύργου της Βαβέλ, ο οποίος έδινε την εβραϊκή μυθολογική εξήγηση για την ύπαρξη πολλών γλωσσών. Δεσμευμένοι από τη θεοπνευστία του βιβλικού κειμένου, τη δογματική a priori αποδοχή του ως αλήθειας, το ζητούμενο ήταν να αποδειχθεί μέσω της ετυμολογικής έρευνας η αλήθεια των Γραφών και η πίστη των Πατέρων της Εκκλησίας ότι η Εβραϊκή ήταν η αρχέγονη γλώσσα του Παραδείσου, από την οποία προήλθαν όλες οι άλλες. Ο γάλλος λόγιος Γουλιέλμος Ποστέλ στο έργο του De originibus seu de Hebraicae linguae et gentis antiquitate (1538) υποστηρίζει ότι ο Νώε μιλούσε την Εβραϊκή κι ότι από αυτήν κατάγονταν όλες οι υπόλοιπες γλώσσες. Λίγα χρόνια μετά ο Mithridates (1555) του Conrad Gesner επαναλαμβάνει την ίδια ιδέα, την οποία υποστηρίζουν επίσης o Estienne Guichard (L’ harmonie étymologique des langues, 1606), ο Claude Duret to 1613 (Thrésor de l’ histoire des langues de cet univers) και ο Αθανάσιος Κίρχερ στο Τurris Babel (1679), ωστόσο όλη η προσπάθεια απόδειξης της εβραϊκής καταγωγής των γλωσσών ήταν η έκφραση αντιλήψεων που ήδη τον 17 ο αι. είχαν υποχωρήσει (σελ. 117-131 Η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας Ουμπέρτο Έκο, 1998).
Ο μονογενετισμός ως θεωρία συνεχίζει να έχει απήχηση και στο πλαίσιο των εθνικιστικών ιδεολογιών που αναδύονται στην Ευρώπη κατά τον 19ο αι. Η διαφορά είναι ότι στη θέση της Εβραϊκής οι συγγραφείς τοποθετούν άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες· πρώτος αξίζει να αναφερθεί ο Goropius Becanus, που με το έργο του Origines Antwerpianae (1569) αποδεχόταν την υπόθεση της φυσικής σχέσης ονόματος-πράγματος, καθώς και της ὐπαρξης μιας πρωτογλώσσας-μητέρας όλων των γλωσσών, υποστηρίζοντας πως αυτή η γλώσσα ήταν η Ολλανδική (και ειδικότερα η διάλεκτος της Αμβέρσας). Η επινόηση ακραίων ετυμολογικών προτάσεων έκανε το όνομά του συνώνυμο της ετυμολογικής ακρότητας και οι όροι γκοροπ(ιαν)ισμός ή μπεκανισμός χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα σε ανάλογες περιπτώσεις. Παρόμοιες απόψεις εμφανίστηκαν και για τις άλλες γλώσσες, τη Γερμανική, την Κελτική, την Ουγγρική, την Ετρουσκική κ.ά. Σύμφωνα με τον Έκο (σελ. 153, Η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας, 1998) η διάδοση τέτοιων απόψεων συνδέεται με το γεγονός της συγκρότησης των ευρωπαϊκών κρατών και του ανταγωνισμού τους, ο οποίος έθετε επιτακτικά το ερώτημα της υπεροχής στην ήπειρο. Ακόμα και στον 20ο αιώνα αναπτύχθηκαν τέτοιες θεωρίες, που, αν και αντιεπιστημονικές, απέκτησαν ιδιαίτερο κύρος, όπως η θεωρία της Γλώσσας του Ήλιου (Güneş-Dil Teorisi), η οποία επικράτησε στην Τουρκία τη δεκαετία του 1930 και υποστήριζε την προέλευση όλων των γλωσσών από την Τουρκική.
Παράλληλα με τον μονογενετισμό της Αναγέννησης όμως, εκδίδονται και μελέτες που δεν δέχονται την καταγωγή των γλωσσών από μία, αλλά τις ομαδοποιούν σε οικογένειες γλωσσών· ο Joseph Scaliger με το Diatriba de Europaeorum linguis (1610) προτείνει έντεκα οικογένειες για την Ευρώπη. Το 1671 ο Σουηδός λόγιος Georg Stiernhielm παρατήρησε ομοιότητες μεταξύ Ουγγρικής, Φινλανδικής, Λαπωνικής και Εσθονικής, ενώ την ίδια εποχή ο Γερμανός Martin Vogel προσπάθησε να αποδείξει τη σχέση ανάμεσα στη Φινλανδική, τη Λαπωνική και την Ουγγρική. Μέχρι το 1770 όλα τα μέλη της φιννοουγρικής ομάδας είχαν γίνει γνωστά κατορθώνοντας έτσι η πρώτη ολοκληρωμένη περιγραφή της φιννοουγρικής οικογένειας να προηγείται της ινδοευρωπαϊκής.
Από τότε μέχρι σήμερα πολλές αλλαγές έχουν συμβεί: η γλωσσολογία και η μελέτη της ετυμολογίας έχουν περάσει στο επιστημονικό στάδιο και όλες οι παλαιές θεωρίες που υποστήριζαν την προέλευση όλων των γλωσσών από μία μητέρα-γλώσσα απορρίπτονται. Το μόνο που μελετάται ως υπόθεση, και δεν αποτελεί ακόμα βεβαιότητα, είναι η πιθανή προέλευση των γλωσσών από μία αρχική, η οποία μιλήθηκε περίπου δεκαπέντε με δώδεκα χιλιάδες χρόνια πριν. Το όνομά της είναι Νοστρατική. Ο πρώτος που διατύπωσε αυτή την ιδέα ήταν ο Δανός γλωσσολόγος Χόλγκερ Πέντερσεν στις αρχές του 20ου αι. Δεν είναι καθολικά αποδεκτή από τους σύγχρονους γλωσσολόγους, όμως η διαφορά στην περίπτωσή της είναι πως έχει επιστημονική βάση, σε αντίθεση με τις παλαιότερες μονογενετικές θεωρίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου