Κυριακή 25 Μαρτίου 2018

Η σαρκοφάγος των ερωτευμένων, ο Ευαγγελισμός της Φρασίκλειας

Οι πρώτες μου αναμνήσεις από τα αρχαία είναι ένα γυναικείο άγαλμα στη στοά του Αττάλου και μια κυριακάτικη βόλτα με τον πατέρα μου έπειτα από βροχή στον Κεραμεικό. Το άγαλμα το άγγιξα, με είχαν μαγνητίσει οι πτυχώσεις του υφάσματος. Το ήξερα πως δεν επιτρεπόταν, όμως με νίκησε η επιθυμία μου να αγγίξω το θαυμάσιο άγαλμα -μπροστά στα μάτια του φύλακα, που μου έκανε παρατήρηση. Από την άλλη ανάμνηση, στον Κεραμεικό, έχει επιβιώσει μόνο η εικόνα ενός μαρμάρινου μακρόστενου κουτιού, το οποίο είχε γεμίσει με βρόχινο νερό. Ο πατέρας μου επινόησε μια ad hoc ερμηνεία, εξηγώντας το σχήμα του αντικειμένου και την παρουσία του νερού: «κοίτα πόσο σπουδαίοι ήταν οι αρχαίοι, κοίτα πόσο όμορφες ποτίστρες έκαναν για τα ζώα τους». Εκεί κοντά ήταν κάποιος που τον άκουσε και μας είπε πως ήταν σαρκοφάγοι και πως εκεί μέσα έβαζαν τους νεκρούς. Ο πατέρας μου, καθώς και η μητέρα μου που, όταν τη ρώτησα, μου απάντησε πως οι χρυσοί κύκλοι γύρω από τα κεφάλια των αγίων στις εικόνες ήταν «καπέλα της εποχής», έβαλαν τα θεμέλια μιας διαφορετικής αρχαιολογίας, προεπιστημονικής, αυθαίρετης, προσωπικής.
Πολλά χρόνια μετά θα διάβαζα στο διήγημα Η Σαρκοφάγος του Γιώργου Ιωάννου μία παρόμοια ιστορία: ο συγγραφέας αφηγείται τη νοσταλγία του για μία θαυμάσια αρχαία σαρκοφάγο που έβλεπε παραπεταμένη «ανάμεσα στο παρθεναγωγείο και την έκθεση, σ' ένα δρομάκι πολύ στενό, μονοπάτι μάλλον». Ο Ιωάννου διαπίστωσε πως «την είχε κάνει φωλιά του ένα ζευγάρι νεαρών εραστών. Mπαίναν μέσα απ' το λοξά τραβηγμένο καπάκι και ξαπλώναν πάνω σε στρωμένες εφημερίδες, κολλημένοι, βέβαια, σφιχτά σφιχτά». Περνούσε γρήγορα δίπλα από τη σαρκοφάγο, όταν ήταν μέσα το ζευγαράκι, και δεν παρέλειπε να χαϊδέψει «λίγο πονηρά στο πλάι την τυχερή σαρκοφάγο».
Ο συγγραφέας γνώριζε την αρχική χρήση της σαρκοφάγου και ήταν σίγουρος πως το ζευγαράκι «δεν μπορούσε ούτε να υποψιαστεί σε τι είχε χρησιμεύσει άλλοτε εκείνη η λάρνακα». Ο ίδιος φαντασιωνόταν πως με κάποιο τρόπο παγιδευόνταν μέσα της για λίγο, αφού θα μπορούσε το λοξά τοποθετημένο σκέπασμα να κυλήσει και να την κλείσει. «Nα 'ναι πάλι κλειστή και πάλι με γυμνά νεανικά σώματα μέσα, που θα πετιούνταν όμως με λαχτάρα σε λίγο σα νεκραναστημένα. Σαρκοφάγος να ξαναγίνει επ' ουδενί λόγω θα της επέτρεπα.» Το σύμβολο του θανάτου είχε γίνει σύμβολο της ζωής χάρη σε δυο ερωτευμένους.
Ο Ιωάννου συνειδητά αποφεύγει να συνδεθεί με την αρχική χρήση της λάρνακας, για τον ίδιο είναι μία ερωτική φωλιά. Νομίζω πως κι εγώ προτιμώ να θυμάμαι ως ποτίστρα για ζώα τη σαρκοφάγο των αναμνήσεών μου. 
Είναι πολλές οι περιπτώσεις στις οποίες αρχαία μνημεία επανερμηνεύτηκαν αυθαίρετα και γνώρισαν διαφορετικές χρήσεις από ανθρώπους διαφορετικών εποχών. Ασφαλώς δεν αναφέρομαι στις χρήσεις τους ως οικοδομικό υλικό, γιατί αυτό είναι η καταστροφή του μνημείου. Αναφέρομαι σε συγχρονικές ερμηνείες που συνήθως αγνοούν την ιστορία και ερμηνεύουν μέσα από τον δικό τους πολιτισμό τα προϊόντα ενός άλλου: το αποτέλεσμα είναι ότι έτσι τα μνημεία διατηρούνται.
Στον Παρθενώνα η βόρεια μετόπη αριθμός 32 σώθηκε από την καταστροφή που γνώρισαν άλλες επειδή θεωρήθηκε ότι απεικονίζει τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Την ίδια τύχη είχε και η επιτύμβια στήλη της Φρασίκλειας που βρέθηκε σε ένα χωράφι στην Αθήνα του 1817 και θεωρήθηκε ότι απεικονίζει τον Ευαγγελισμό. Τοποθετήθηκε στον ναό της Μεγάλης Παναγιάς παρά τω Ωρολογίω, στο μάρμαρο στερεώθηκε ένα καντήλι και την προσκυνούσαν οι πιστοί μέχρι που ανακάλυψαν ότι η καθιστή μορφή δεν ήταν η Παναγία, αλλά η Φρασίκλεια, νεαρή κόρη στη μνήμη της οποίας κατασκευάστηκε η στήλη. Έχει μείνει η σκουριά πάνω στην πέτρα να υπενθυμίζει το καντήλι που είχε τοποθετηθεί και τη χρήση της ως χριστιανικού μνημείου.
Η θρησκευτική χρήση ήταν σωτήρια και σε άλλες περιπτώσεις. Σε ένα εισαγωγικό εγχειρίδιο για τους Χετταίους μαθαίνουμε πως το 1871, όταν η μελέτη των Χετταίων βρισκόταν ακόμα στις αρχές, η στήλη του Χαλεπιού, μία χιττιτική στήλη με σφηνοειδή γραφή, εντοπίστηκε χτισμένη στον τοίχο ενός τεμένους. O Oliver Robert Gurney γράφει: «οι ντόπιοι πίστευαν ότι είχε τη δύναμη να θεραπεύει την οφθαλμία και γενεές πασχόντων από αυτή τη νόσο είχαν κάνει την επιφάνειά της λεία καθώς έτριβαν πάνω τα μάτια τους. Αργότερα αναφέρθηκε ότι η στήλη χάθηκε, στην πραγματικότητα όμως είχε μετακινηθεί από τους ντόπιους και αργότερα αντικαταστάθηκε». (σελ. 15, Οι Χετταίοι Μετάφραση: Δημήτρης Παυλάκης. Εκδόσεις Οδυσσέας, 2002).
Μία μεταφυσική ερμηνεία έξω από το αυστηρά θρησκευτικό πλαίσιο είναι η περίπτωση της χάλκινης στήλης των όφεων, που είναι γνωστή και ως τρίποδας των Δελφών. Ήταν η βάση του χρυσού τρίποδα που αφιέρωσαν οι Έλληνες σε ανάμνηση των νεκρών της μάχης των Πλαταιών (478 π.Χ.), στην οποία νίκησαν τους Πέρσες. Μεταφέρθηκε από τον Μέγα Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη και εκεί το συνάντησε τον 15ο αιώνα ο Τζοβάν Μαρία Αντζολέλλο, Ενετός που μετέφεραν στην Πόλη οι Τούρκοι ως αιχμάλωτο μετά την άλωση της Χαλκίδας. Αναφέρει πως υπάρχουν τρία μεταλλικά φίδια και πως οικοδομήθηκε για να διώχνει τα φίδια από την Κωνσταντινούπολη, γιατί υπήρχε μια εποχή που ήταν τόσο πολλά ώστε δεν μπορούσε κανείς να μείνει εκεί. Δύο αιώνες μετά επισκέπτεται την Πόλη ο Αρμένιος Ιερεμίας Τσελεμπί Κιομουρτζιάν και αναπαράγει τον ίδιο μύθο: στην ίδια πλατεία βρίσκεται και η στήλη των όφεων, ένα μπρούντζινο τρικέφαλο φίδι, με ανοιχτά στόματα. Το έστειλε ο Λέων ο Σοφός για να εξορκίσει τα φίδια. 
Η Φρασίκλεια λατρεύτηκε σαν να ήταν η Παναγία, ο τρίποδας των Ελλήνων που νίκησαν τους Πέρσες θεωρήθηκε πως έδιωχνε τα φίδια, τα μνημεία διατηρήθηκαν όχι για τη μουσειακή τους αξία, αλλά για παρεξηγήσεις, που, αν ζούσαμε σε κάποια άλλη εποχή, θα έκαναν την σαρκοφάγο των παιδικών μου αναμνήσεων ποτίστρα για ζώα. Οι προσωπικές ερμηνείες και η μαγική σκέψη, που κάποτε επικρατούσαν, έγιναν μέρος των μνημείων στην προσπάθεια των εποχών και των ανθρώπων να οικειωθούν το ανοίκειο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου